................................................................................................ Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018

~~

~~

Η Αρκαδία βρίσκεται στο κέντρο της Πελοποννήσου. Συνορεύει στα βόρεια με το Νομό Αχαΐας, στα βορειοανατολικά με το νομό Κορινθίας, στα βόρεια και ανατολικά με το νομό Αργολίδας, στα νότια με το νομό Λακωνίας, στα νοτιοδυτικά με το νομό Μεσσηνίας και στα δυτικά με το νομό Ηλείας. Το ανατολικό του τμήμα έχει έξοδο στη θάλασσα, στον Αργολικό κόλπο και το Μυρτώο Πέλαγος.

Μέχρι το 1999 η Αρκαδία χωριζόταν διοικητικά σε τέσσερις επαρχίες Μαντινείας, Μεγαλοπόλεως, Γορτυνίας και Κυνουρίας.

Σημαντικές πόλεις του νομού είναι η πρωτεύουσα Τρίπολη (25.520 κατ.), η Μεγαλόπολη (5.135 κατ.), το Λεωνίδιο (3.249 κατ.), το Άστρος(2.674 κατ.), ο Τυρός (2.116 κατ.),το Λεβίδι (1.219 κατ.). Σε άνθηση βρίσκονται τα τελευταία χρόνια λόγω αυξημένης τουριστικής κίνησης οι κωμοπόλεις Δημητσάνα, Καρύταινα, Λαγκάδια, Ελληνικό, Ψάρι και Βυτίνα. Οι σημαντικότεροι λιμένες της Αρκαδίας είναι του Παραλίου Αστρους,του Τυρού και της Πλάκας Λεωνιδίου.

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

AΡΚΑΔΙΑ

AΡΚΑΔΙΑ
ΑΡΚΑΔΙΚΗ ΑΝΑΓΈΝΝΗΣΗ

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2013

Η πολεμική εκπαίδευση των αρχαίων Αρκάδων

Η ελληνική ιστοριογραφία  των κλασσικών άλλα και των  νεότερων χρόνων, ανέδειξε με τον γνωστικό πλούτο που μας κληροδότησε, πολλές πτυχές χαρακτηριστικών των ελληνικών  πόλεων κρατών της αρχαιότητας , οι οποίες στάθηκαν ικανές να διεγείρουν το ενδιαφέρον των παγκόσμιων ιστορικών αλλά και να δώσουν την αφορμή για βαθύτερη μελέτη. Είναι αξιοθαύμαστη η μέχρι τις μέρες μας, ενασχόληση με το θαύμα της αρχαίας αθηναϊκής πολιτείας, με το φαινόμενο «Αλέξανδρος ο Μακεδών», με την απαράμιλλη αυταπάρνηση και γενναιότητα των Λακεδαιμονίων, αλλά και τόσες άλλες μεμονωμένες προσωπικότητες.
Παρά το γεγονός ότι  η παγκόσμια ιστορία κλίνει με σεβασμό και θαυμασμό σε ηρωικές  μορφές της ελληνικής αρχαιότητας, από την ελληνική ιστοριογραφία  δε μπορούσαν να απουσιάζουν τα κατορθώματα και η μαχητική εκπαίδευση της αρκαδικής φυλής. Οι γηγενείς Αρκάδες, καινοτόμοι στη λατρεία των θεών της πατρώας θρησκείας, αναζητητές του πνεύματος, της μουσικής και του χορού, θα ταν άδικο να μείνουν γνωστοί στην ιστορία μόνο ως «αζάνες βαλανηφάγοι».
Πως άλλωστε θα ήταν σε θέση να ασχοληθούν με τις ειρηνικές τους ανώτερες πνευματικά  δραστηριότητες, αν δεν ήταν άξιοι μαχητές για  να προστατεύσουν τη γη τους που  τόσες φορές , αποτέλεσε χώρο επιδρομής  από τα υπόλοιπα γειτονικά ελληνικά φύλα;
Όπως έχει αναφερθεί και  στο παρελθόν, το σκληρό κλίμα της  Αρκαδίας δημιούργησε σκληροτράχηλους  και ανθεκτικούς  χαρακτήρες, ικανούς  να ανταπεξέλθουν στις κλιματολογικές δυσκολίες αλλά και στην γεωμορφική ιδιαιτερότητα του τόπου τους.
 Εξαιτίας αυτής τους  της ιδιοσύστασης, εξελίχθηκαν σε  σκληραγωγημένους , πειθαρχημένους  και γενναίους πολεμιστές, που  διακρίθηκαν  στους κοινούς  αγώνες των ελληνικών πόλεων  κρατών, ώστε κατά τον Ξενοφώντα,  χαρακτηρίζονται ως «ο ρωμαλαιότατος  λαός της Ελλάδας».
 Επιπλέον δε, εξαιτίας της φτώχιας του αρκαδικού  ορεινού περιβάλλοντος και της  έλλειψης προσοδοφόρων ενασχολήσεων, οι Αρκάδες επιδόθηκαν στο να παρέχουν τις στρατιωτικές τους υπηρεσίες  επαγγελματικά, με αποτέλεσμα να γίνουν περιζήτητοι ως πολεμιστές και να κυριαρχεί η ζήτηση για «σκλάβους από τη Φρυγία και πολεμιστές από την Αρκαδία» «ανδραπόδα εκ Φρυγίας , από δε Αρκαδίας επικούρους»
Ο Όμηρος , κάνοντας μνεία  στη μαχητική ικανότητα των κατοίκων της Αρκαδίας, του αποκαλεί  «αγχιμαχητές» (πολεμιστές εκ του συστάδην, στήθος με στήθος) καθώς και «εγχεσίμωρους» (καλούς κονταριστές)

Οπλιτική εκπαίδευση
Οι Αργείοι , μετά από τις διαδοχικές ήττες  από τους Σπαρτιάτες, κατάλαβαν  ότι έπρεπε να αντιμετωπιστεί η Σπαρτιατική  υπεροχή με τα δικά της όπλα.Επέλεξαν έτσι χίλιους (1.000) εύρωστους πολίτες και τους συντηρούσαν με δημόσια δαπάνη,ώστε να ασχολούνται μόνο με τα πολεμικές δραστηριότητες, για να προκαλέσουν την σπαρτιατική υπεροχή. Αυτοί σχημάτισαν έναν λόχο και ονομάστηκαν Επίλεκτοι, επιλεγμένοι δηλαδή για αυτή τη δουλειά.
Παρατηρείται λοιπόν μια  πρώιμη μορφή επαγγελματικού στρατού 
Ο θεσμός σταδιακά κέρδισε  έδαφος . Το κοινό των Αρκάδων, κατά το Διόδωρο το Σικελιώτη, μέγιστη πηγή μισθοφόρων στην αρχαιότητα, συγκρότησε πέντε (5) λόχους των 1000 ανδρών με το συνώνυμο χαρακτηρισμό «Επάριτοι» το 371 πΧ. Μέχρι τα μέσα του 4ου αιώνα , η ιδέα των Αργείων είχε κυριαρχήσει στα ελληνικά πράγματα ενισχύοντας αποφασιστικά τους στρατούς των πολιτών ή αντικαθιστώντας τους (Αρκαδία) .
Μέρη του οπλισμού των  Αρχαίων Αρκάδων ήταν το κράνος, ο θώρακας , η ασπίδα, οι περικνημίδες και η μίτρα (ζώνη που προστάτευε τα ακάλυπτα από το θώρακα μέλη του σώματος από τη μέση και άνω).
Ο Αθήναιος θεωρεί εφευρέτες της οπλομαχίας τους Αρκάδες  και τους Μαντινείς. Αγώνα οπλομαχίας ονόμαζαν οι αρχαίοι τη μονομαχία μεταξύ δύο αντιπάλων οπλισμένων με βαρύ οπλισμό , δηλαδή ασπίδα , θώρακα,κράνος κνημίδες , δόρυ και ξίφος, ενώ κατά την επιθετική ενέργεια , έφερε ακόντιο, βέλος, την ελληνική μάχαιρα πού ήταν ξίφος με μία κόψη, και σφενδόνη. 
Συνήθως γινόταν συνδιασμός του δόρατος με μικρή στρογγυλή ασπίδα , οπότε η μονομαχία ήταν εν ασπιδίω και δόρατι , και άλοτε συνδιασμός του ξίφους με μεγάλη ,ορθογώνιου τύπου ασπίδα, οπότε επρόκειτο για μονομαχία εν θυρεω καί μαχαίρα . Το αγώνισμα διακρινόταν σε οπλομαχία και σε θυρεομαχία.Αξίζει να σημειωθεί ότι πάνω στις ασπίδες, υπήρχε πάντοτε ζωγραφισμένο το «Επίσημον» κάθε πόλεως. Το επίσημο των Μαντινειακών ασπίδων ήταν η Τρίαινα , ενώ σε άλλες περιπτώσεις, τίθονταν στις ασπίδες τα αρχικά έκαστης πόλης κράτους (νομού με τη σημερινή έννοια) , όπου οι Αρκάδες ζωγράφιζαν τα γράμματα «ΑΡ» επί των ασπίδων τους.
Επιλέον από τον Εύμορφο, μαρτυρείται ότι οι Μαντινείς  αφότου διδάχθηκαν την μαχητική τέχνη  και καθιέρωσαν και αγώνες οπλομαχίας , ήταν οι πρώτοι  που καθιέρωσαν τόσο τον πλήρη οπλισμό όσο και την περιβολή του αρχαίου οπλίτη, η οποία ονομάστηκε Μαντινική Όπληση
Άλλη μορφή  οπλιτικής εκπαίδευσης αποτελούσε η δημιουργία του σώματος των Εκδρόμων .
Εξαιτίας του ότι η  Σπάρτη είχε ελάχιστο-πλέον- πληθυσμό (μετά από τις συντριβές της από την στρατιωτική ιδιοφυία, τον Αθηναίο Ιφικράτη) με αποτέλεσμα να μη μπορεί να μειώσει τους οπλίτες της, αναγκάστηκε να οδηγηθεί στη δημιουργία του σώματος των Εκδρόμων. Οι Έκδρομοι, φέροντες ελάχιστα  αμυντικά όπλα (μόνο το Όπλο , περικαφαλαία και ενίοτε περικνημίδες) , εγκατέλειπαν κατουσίαν τη θωράκιση για να είναι πιο ελαφρείς και να μπορούν να καταδιώκουν τον εχθρό.
Αν και σπαρτιατικής επινόησης ο θεσμός, εφαρμόστηκε  με ιδιαίτερα αποτελέσματα στην Αρκαδία (Μαντινεία-Τεγέα) και  κυρίως και στην αρκαδική παρουσία στην εκστρατεία του Κύρου κατά του αδερφού του Αρταξέρξη, για την τύχη της Περσικής Αυτοκρατορίας, όπως αποτυπώνεται στο έργο του ιστορικού Ξενοφώντα, «Κύρου Ανάβασις»

Οι  μεταρρυθμίσεις από τον Μεγαλοπολίτη Φιλοποίμενα 
Ο στρατός της  Αχαικής συμπολιτείας που απαρτιζόταν και από αρκαδικά , αποτελείτο αρχικά από τμήματα συμβατικού ιππικού, οπλιτών  και πελταστών. Περί το 275 πΧ. , αναδιοργανώθηκε σε νέες βάσεις . Ο στρατός παρέδωσε τις οπλιτικές του εξαρτήσεις και επανεξοπλίστηκε με  θυρεοφόρους , με θυρεό , μακρύ δόρυ, ακόντια και σπαθί. Οι  Επίλεκτοι έφεραν και θώρακες.
 Το 207 πΧ ο  Αρκας  στρατηγός Φιλοποίμην, αρχηγός της Συμπολιτείας , αναδιοργάνωσε τελείως το στρατό  επανεξοπλίζοντας τον όγκο του Πεζικού με σάρισσες. Το βαρύ ιππικό εγκατέλειψε τις ασπίδες και τα ακόντια και εφοδιάστηκε με μακριά λόγχη (ξυστόν) αλλάζοντας ταυτοχόνως και τον ρόλο του, από ιππικό μάχης σε ιππικό κρούσης, ενώ επιπλέον ο Φιλοποίμην, την ίδια περίοδο, ανήγαγε την οπλομαχία ως μάθημα διδασκαλίας στα γυμναστήρια της εποχής.

Αρκάδες μισθοφόροι πολεμιστές
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η μαχητική ικανότητα των Αρκάδων , είχε σαν αποτέλεσμα η φήμη τους ως πολεμιστές να γίνει ευρέως γνωστή σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, με αποτέλεσμα να αρχίσει να παγιώνεται η τάση της παροχής έμμισθων πολεμικών υπηρεσιών.
Σημαντικές πληροφορίες  για την μαχητική νοοτροπία και τη μαχητική ικανότητα των αρχαίων Αρκάδων ως μισθοφόρων στρατιωτών, παίρνουμε από το  έργο του ιστορικού Ξενοφώντα , «Κύρου Ανάβασις» , στο οποίο ο έλληνας ιστορικός περιγράφει την εκστρατεία του Κύρου της Περσίας κατά του αδερφού του Αρταξέρξη.
Με δεδομένο ότι η εκστρατεία του Πέρση Κύρου δεν αποτελούσε πανελλήνια ελληνική εκστρατεία κατά των Περσών, διακρίνονται αυτά τα στοιχεία εκμίσθωησης της πολεμικής τέχνης από τους Αρκάδες .
Το δέλεαρ του μισθού , οι ανύπαρκτες πηγές πόρων από το άγονο αρκαδικό φυσικό περιβάλλον αλλά και ο θαυμασμός του Κύρου προς την αρκαδική πολεμική τέχνη και γενναιότητα , τον οδήγησε στο να στελεχώσει το στρατό του Αρκάδες και Αχαιούς πολεμιστές.
Και μέσα από τις αφηγήσεις  του έργου, διαφαίνεται τόσο η προσκόλληση ως προς την ολοκλήρωση της αποστολής τους όσο και στοιχεία του ακέραιοι χαρακτήρα τους παρά το γεγονός ότι γεγονός ότι πολεμούσαν έμμισθα. Για παράδειγμα ο Αρκάς Ξενίας, που ήταν ο πρώτος από τους Έλληνες που συντάχθηκαν με τον Κύρο, μαθαίνοντας τις αληθινές του προθέσεις, η διεξαγωγή πολέμου κατά του αδερφού του Αρταξέρξη, θεωρώντας ανίερη αυτή την πρόθεση αλλά και επηρεασμένος από την δολιότητα  του Κύρου, επέστρεψε στην Αρκαδία , χωρίς να συμμετάσχει στον πόλεμο.
Αίσθηση προκαλεί η αγέρωχη  απάντηση του Αγασίου από τη Στυμφαλία, ο οποίος απάντησε με φυσικότητα και  ορθότητα  προς τον ίδιο τον Ξενοφώντα  ότι «..Αρκάδες εσμέν» και ως εκ τούτου ικανοί για την ανάληψη καθηκόντων , όταν τέθηκε θέμα ανάληψης της ηγεσίας του στρατού ανάμεσα σε Λακεδαιμονίους και Αρκάδες στρατηγούς,καθόσον οι Λακεδαιμόνιοι θεωρούνταν ως περισσότερο ικανοί από οποιονδήποτε άλλο.
Ο Ξενοφώντας μνημονεύει αρκετά ονόματα Αρκάδων ηγητόρων των αρκαδικών τμημάτων που ενεπλάκησαν στην εκστρατεία του Κύρου και αφηγείται εξαιρετικά κατορθώματα ως επινίκια ανδρείας και τιμής (ο Κλεάνωρ ο Ορχομένιος , ο Σοφαίνετος, Αγίας, ο Αριστώνυμος ο Μεθιδριεύς, ο Αγασίας ο Στυμφάλιος ο Καλλίμαχος ο Παρράσιος, ο Αινείας ο Στυμφάλιος , ο Ευρύλοχος ο Λουσιεύς, ο Βασίας , ο Νίκαρχος).
Πολλοί από τους παραπάνω Αρκάδες μαχητές χάθηκαν άδοξα ,καθώς κατεσφάγησαν  ύστερα από  την προδοσία του Τισσαφέρνη, στρατηγού  του Αρταξέρξη.
Ο Κλεάνωρας ο Ορχομένιος  ήταν αυτός που αποστόμωσε  τον Έλληνα αυλικό του Αρταξέρξη,  Φαλίνο, που μετέφερε την εντολή του βασιλιά  να παραδώσουν οι Αρκάδες τα όπλα ,  ότι  : « Πρόσθεν αν αποθάνοιεν ή τα όπλα παραδοίησαν».
Ο δε Νίκαρχος ο Αρκάς ήταν εκείνος να και τραυματισμένος , φέρων ο ίδιος τα εντόσθια του στα χέρια, τρέχει για να ειδοποιήσει τους συμπατριώτες του για το γεγονός της προδοσίας. Επιπλέον ο ίδιος Ο Ξενοφώντας, σε μάχη κατά των Καρδούχων σώζεται από βέβαιο θάνατο από τον αρκάδα Ευρύλοχο.
Κλείνοντας, όπως αναφέρεται στο ίδιο έργο του Ξενοφώντα , ότι «….Στρατιώτες απ᾽ τη Μαντίνεια και μερικοί άλλοι Αρκάδες σηκώθηκαν και, φέροντας όσο το δυνατό πιο ωραίον οπλισμό, βάδιζαν ρυθμικά σύμφωνα με τον ενόπλιο ρυθμό που έδινεν ο αυλός κι έπειτα τραγούδησαν τον παιάνα και χόρεψαν, όπως ακριβώς γίνεται με την προσέλευση της ιεράς πομπής προς το βωμό..»
θεωρείται απαραίτητο να σημειωθεί  ότι η παράταξη για μάχη για  τους αρχαίους Αρκάδες πολεμιστές δεν  αποτελούσε αιτία μεμψιμοιρίας και  κακομοιριάς αλλά αντιθέτως ήταν κάτι περισσότερο από ιεροτελεστία , αιτία ψυχικής διέγερσης που διατράνωνε την κοινή μαχητική προσδοκία  και   που ίσως να είχε τις καταβολές του μυστικιστικές λατρείες και τελετές.

Επίλογος
Το φαινόμενο του μισθοφορισμού  είχε λάβει τεράστιες διαστάσεις τόσο στην αρχαιότητα όσο και στην νεότερη ιστορία, ελληνική και διεθνή. Σε έργα όπως ο «Ηγεμών» (Μακιαβέλι) , «Περί Πολέμου» (Κλαούζεβιτς) ,  αναπτύσσεται αναλυτικά η αποτυχία των κρατών που βασίστηκαν στην εκμίσθωση μισθοφορικών στρατών.
Αυτή η έμμισθη παροχή στρατιωτικών υπηρεσιών, δυστυχώς  προκάλεσε το νοσηρό φαινόμενο σε πολλές περιπτώσεις, κατά το οποίο Έλληνες από την ίδια περιοχή και από τον ίδιο νομό , να πολεμούν αντιμέτωποι για την εξασφάλιση του κέρδους και του χρήματος, ξεχνώντας την προέλευσή τους.
Γορτύνιος 79